Εξωσωματική Γονιμοποίηση – IVF

Εξωσωματική Γονιμοποίηση – IVF: Τι είναι;

Η εξωσωματική γονιμοποίηση (IVF, in vitro Fertilization) είναι η πιο συνηθισμένη μέθοδος Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής. Εφαρμόστηκε για πρώτη φορά με επιτυχία στον άνθρωπο το 1978.

Η εξωσωματική γονιμοποίηση, όπως το λέει η λέξη, είναι η γονιμοποίηση έξω από το σώμα: αντί δηλαδή η γονιμοποίηση του ωαρίου από το σπερματοζωάριο να γίνει στο φυσικό περιβάλλον, που είναι η σάλπιγγα της γυναίκας, γίνεται στο εργαστήριο. Είναι ουσιαστικά η παράκαμψη μιας συγκεκριμένης λειτουργίας του οργανισμού, όταν, για διαφόρους λόγους, δεν μπορεί να γίνει στο σώμα.

Τα ωάρια όμως είναι της γυναίκας, τα σπερματοζωάρια του άνδρα και τα έμβρυα που προκύπτουν είναι δικά τους.

Εξωσωματική Γονιμοποίηση: Πώς γίνεται;

Στην εξωσωματική γονιμοποίηση, τα ωάρια λαμβάνονται από τα ωοθυλάκια, που αναπτύσσονται στις ωοθήκες της γυναίκας, με τη διαδικασία της ωοληψίας. Στο εργαστήριο, έρχονται σε επαφή με τα σπερματοζωάρια, μέσα σε ειδικά δοχεία (τρυβλία) με καλλιεργητικό υλικό, προκειμένου να γίνει η γονιμοποίηση. Στη συνέχεια, τα τρυβλία με τα γονιμοποιημένα ωάρια (ζυγώτες) τοποθετούνται σε επωαστικό κλίβανο για 2-6 ημέρες, υπό ειδικές συνθήκες, ώστε τα έμβρυα να διανύσουν τα πρώτα στάδια της ανάπτυξής τους.

Αντί τα έμβρυα να καταλήξουν στη μήτρα με φυσικό τρόπο (δηλαδή μέσω της σάλπιγγας), μεταφέρονται σε αυτήν από τον εξειδικευμένο γυναικολόγο, με τη βοήθεια ενός λεπτού καθετήρα μέσα στον οποίο τα έχει τοποθετήσει ο εμβρυολόγος. Τα έμβρυα εμφυτεύονται από μόνα τους στο βλεννογόνο της μήτρας, το ενδομήτριο, όπως και στη φυσιολογική σύλληψη. Εάν υπάρξει εμφύτευση θα υπάρξει και εγκυμοσύνη.

Στάδια Εξωσωματικής Γονιμοποίησης

Ο κύκλος θεραπείας με εξωσωματική γονιμοποίηση περιλαμβάνει τα εξής βασικά στάδια:

  • Διερεύνηση και διάγνωση της υπογονιμότητας.
  • Προκαταρκτικές εξετάσεις.
  • Διέγερση της ωοθήκης με φαρμακευτική αγωγή (12-14 ημέρες) με σκοπό την ανάπτυξη πολλών ωοθυλακίων.
  • Παρακολούθηση της διέγερσης με σειρά υπερηχογραφημάτων και ορμονικών προσδιορισμών.
  • Πρόκληση της ωοθυλακιορρηξίας.
  • Συλλογή των ωαρίων (ωοληψία).
  • Γονιμοποίηση και καλλιέργεια εκτός του σώματος (2-6 ημέρες).
  • Εμβρυομεταφορά.
  • Έλεγχος κυήσεως (13 ημέρες μετά την εμβρυομεταφορά, με αιμοληψία για μέτρηση των επιπέδων της ορμόνης β-χοριακής γοναδοτροπίνης).
  • Έλεγχος κλινικής κυήσεως με διακολπικό υπερηχογράφημα (4 εβδομάδες μετά την εμβρυομεταφορά).
  • Έλεγχος εξελισσόμενης κυήσεως τη 12η εβδομάδα (10 εβδομάδες μετά την εμβρυομεταφορά). Η εκτίμηση γίνεται από το θεράποντα μαιευτήρα – γυναικολόγο διότι το έργο της Μονάδας έχει ολοκληρωθεί.

Τεχνικές Εξωσωματικής Γονιμοποίησης

Α. Κλασική εξωσωματική γονιμοποίηση (IVF)
Τα ωάρια και τα σπερματοζωάρια τοποθετούνται μαζί σε καλλιεργητικό υλικό και αφήνονται στον κλίβανο για να πραγματοποιηθεί η γονιμοποίηση. Μόνο ένα σπερματοζωάριο θα καταφέρει να εισχωρήσει στο ωάριο και να ξεκινήσει η διαδικασία ανάπτυξης του εμβρύου.

Β. Μικρογονιμοποίηση (ICSI)
Είναι μια τεχνική που περιλαμβάνει την κατευθείαν εισαγωγή ενός και μόνο σπερματοζωαρίου μέσα στο ωάριο με τη χρήση ειδικής βελόνας. Ενδείκνυται σε περιπτώσεις με σοβαρές διαταραχές του σπερμοδιαγράμματος ή περιπτώσεις αζωοσπερμίας (οπότε συλλέγουμε το σπέρμα κατευθείαν από τον ορχικό ιστό). Επίσης ενδείκνυται σε περιπτώσεις αποτυχίας γονιμοποίησης του ωαρίου με κλασικό IVF σε προηγούμενη προσπάθεια.

Γ. Υποβοηθούμενη Εκκόλαψη (Assisted Hatching)
Είναι μια διαδικασία που μπορεί να γίνει μετά από κλασική εξωσωματική γονιμοποίηση IVF ή μικρογονιμοποίηση πριν την εμβρυομεταφορά. Με αυτή τη διαδικασία λεπταίνουμε τη ζώνη που περιβάλλει το έμβρυο για να διευκολύνουμε την εμφύτευσή του. Ενδείκνυται σε περιπτώσεις που ο εμβρυολόγος διαπιστώσει ότι η ζώνη του εμβρύου είναι σκληρή ή παχιά. Επίσης μπορεί να συστηθεί σε γυναίκες μεγάλης ηλικίας ή μετά από επανειλημμένες αποτυχίες σε προσπάθειες εξωσωματικής γονιμοποίησης.

Δ. Καλλιέργεια Βλαστοκύστης
Βλαστοκύστη είναι το στάδιο στο οποίο φτάνει το έμβρυο 5- 6 ημέρες μετά την ωοληψία. Κατά την κλασική IVF και μικρογονιμοποίηση, τα έμβρυα μεταφέρονται στην ενδομητρική κοιλότητα 2- 3 μέρες μετά την ωοληψία. Το πλεονέκτημα της εμβρυομεταφοράς στο στάδιο της βλαστοκύστης δηλαδή 5 – 6 ημέρες μετά την ωοληψία είναι ότι επιτρέπει την επιλογή της καλύτερης ποιότητας εμβρύων. Το μειονέκτημα είναι ότι είναι δυνατό να μην επιβιώσει κανένα έμβρυο στο στάδιο αυτό και έτσι να μην πραγματοποιηθεί εμβρυομεταφορά.

Ε. Κρυοσυντήρηση εμβρύων και ορχικού ιστού
Η κρυοσυντήρηση γίνεται σε ειδικά δοχεία υγρού αζώτου σε θερμοκρασία -196°C. Όταν υπάρχει μεγάλος αριθμός γονιμοποιημένων εμβρύων ή οι προϋποθέσεις για την εμφύτευση δεν είναι οι ενδεδειγμένες, τα έμβρυα μπορούν να συντηρηθούν στην κατάψυξη και να μεταφερθούν στη μήτρα σε κατάλληλο χρόνο στο μέλλον. Υπάρχει επίσης δυνατότητα να γίνει κρυοσυντήρηση για σπέρμα και ορχικό ιστό. Σε πειραματικό στάδιο βρίσκεται η κρυοσυντήρηση ωοθηκικού ιστού και ωαρίων.

ΣΤ. Προεμφυτευτική Γενετική Διάγνωση (PGD)
Με τον όρο αυτό εννοούμε τη διαδικασία διαπίστωσης γενετικών ασθενειών στο γενετικό υλικό των εμβρύων και την εν συνεχεία επιλογή και εμβρυομεταφορά υγιών εμβρύων που αποκτήθηκαν με τη μέθοδο μεταξύ άλλων της εξωσωματικής γονιμοποίησης. Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα προσφέρεται διάγνωση για την κυστική ίνωση και τη Β – Μεσογειακή Αναιμία.

Ζ. Βιοψία όρχεως (TESE)
Ενδείκνυται σε ασθενείς με σοβαρή ολιγοσπερμία ή αζωοσπερμία. Εάν στο υλικό της βιοψίας ανιχνευθούν βιώσιμα σπερματοζωάρια μπορεί ακολούθως να γίνει χρήση αυτών για μικρογονιμοποίηση (ICSI).

Από τι εξαρτάται η Επιτυχία της Εξωσωματικής Γονιμοποίησης;

Το ποσοστό επιτυχίας κυήσεως από εξωσωματική γονιμοποίηση εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, μεταξύ των οποίων ορισμένοι είναι προφανείς (π.χ. η ποιότητα και ο αριθμός εμβρύων, η ηλικία της γυναίκας, το σπέρμα του συζύγου, το αίτιο της υπογονιμότητας) και άλλοι αφανείς (π.χ. η τεχνογνωσία των ιατρών, των εμβρυολόγων, των μαιών και άλλων επιστημόνων που εμπλέκονται στη θεραπεία, η υποδομή και ο ποιοτικός έλεγχος του εργαστηρίου).

Θεωρούμε απαραίτητο να επισημάνουμε ότι η ηλικία της γυναίκας είναι καθοριστικός παράγοντας για την επιτυχία της προσπάθειας. Είναι πλέον διεθνώς αποδεκτό ότι η μεγάλη ηλικία συνοδεύεται από στατιστικώς σημαντικά χαμηλότερα ποσοστά επιτυχίας κυήσεων και γεννήσεων υγιών τέκνων.

Αναφερόμενοι στο μέσο όρο πάντα, θα λέγαμε ότι το ποσοστό κλινικής κύησης ανά εμβρυομεταφορά κυμαίνεται μεταξύ 30-40% με τα καλύτερα αποτελέσματα σε γυναίκες κάτω των 35-38 ετών. Συνήθως το αθροιστικό ποσοστό επιτυχίας μπορεί να φτάσει 60-65% μετά από 3-4 προσπάθειες.

Μετά το 43ο έτος της ηλικίας της γυναίκας τα ποσοστά πέφτουν περίπου στο 5%.

 

φυσικές μέθοδοι ενίσχυσης γονιμότηταςφυσικές μέθοδοι ενίσχυσης γονιμότητας

ΚΑΛΕΣΤΕ ΜΑΣ
ΚΛΕΙΣΤΕ ΡΑΝΤΕΒΟΥ